Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

"ΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ", ΚΟΙΝΟ ΟΦΕΛΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΝΤΟΠΙΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ, ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΑΣ

Η διαρκώς αυξανόμενη παρουσία μεταναστών μαθητών στα σχολεία μας φέρει συνεπακόλουθα μαθητές, εκπαιδευτικούς, γονείς και κυρίως το Υπουργείο Παιδείας, αντιμέτωπους με την μεγαλύτερη ίσως πρόκληση στα εκπαιδευτικά δεδομένα και δρώμενα της χώρας μας που κλήθηκαν τα τελευταία χρόνια να αντιμετωπίσουν. Ως κράτος, δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στην προσαρμογή των μεταναστών στην τοπική μας κοινωνία, αναφορικά δε με τους μετανάστες μαθητές προβαίνουμε σε ένταξη τους στις σχολικές μας μονάδες. Με την πάροδο του χρόνου όμως εύλογα πλέον τίθεται το ερώτημα εάν η πολιτική ένταξης των μεταναστών μαθητών στα δημόσια σχολεία μας εάν είναι προς όφελος της παιδείας μας και προς όφελος των ίδιων των παιδιών μεταναστών.

Η μετακίνηση και η διαμονή στην Κύπρο μεγάλου αριθμού μεταναστών τα τελευταία χρόνια έχει αναμφισβήτητα διαφοροποιήσει την σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού. Είναι επίσης αναμφισβήτητο ότι το σχολείο και η σχολική κοινωνία γενικά, διαδραματίζει τον δικό της σημαντικό ρόλο επαφής των παιδιών μεταναστών και των οικογενειών τους με την ευρύτερη κοινωνία, ακόμα και όταν κάποιοι μετανάστες μαθητές επιλέγουν να συναναστρέφονται και να διατηρούν επαφές εντός του σχολικού χρόνου μόνο με ομοεθνή συμμαθητές τους.

Παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την όσο πιο ομαλή και επιτυχή προσαρμογή τους, είμαι της άποψης πως αυτή η πολιτισμική πολιτική που εφαρμόζεται, πως έχει αποτύχει. Είναι ουσιώδες να αντιληφθούμε την σημασία της δημιουργίας «Τάξεως Υποδοχής» για τα παιδιά αυτά. Η ίδρυση και λειτουργία των τάξεων αυτών, των Τάξεων Υποδοχής δηλαδή, θα συντείνει στη συμμετοχική, ενεργητική και αποτελεσματική εκπαίδευση των μεταναστών μαθητών, ειδικά εάν δοθεί περισσότερος χρόνος σε κάποια ευχάριστα μαθήματα όπως η τέχνη και η γυμναστική για να κοινωνικοποιηθούν με τους υπόλοιπους μαθητές και οι οποίοι δεν έχουν την απαιτούμενη γνώση της ελληνικής γλώσσας για να παρακολουθήσουν την διδασκαλία, ούτως ώστε ακολούθως να μπορέσουν να ενταχθούν ομαλά και ισότιμα με τους ντόπιους μαθητές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, στις κανονικές τάξεις του σχολείου, ανάλογα πάντα με την ηλικία τους. Θα βοηθούσε επίσης πολύ εάν στις ειδικές αυτές τάξεις γίνει χρήση μεταφραστή έτσι ώστε να υπάρχει η αναγκαία συνεννόηση μεταξύ μεταναστών μαθητών και εκπαιδευτικού προσωπικού. Η ένταξη των παιδιών μεταναστών στις σχολικές μονάδες όπως τώρα γίνεται, χωρίς να έχουν την βασική και απαιτούμενη γνώση της γλώσσας διδασκαλίας, δεν εξυπηρετεί, δεν επιφέρει ούτε στους ίδιους οποιοδήποτε μαθησιακό όφελος ή στην ένταξη των παιδιών αυτών στο σχολικό περιβάλλον και κατ’ επέκταση στην τοπική κοινωνία, αλλά τουναντίον, γίνεται εις βάρος και των ιδίων που νιώθουν μειονεκτικά έναντι των ντόπιων συμμαθητών τους αλλά και εις βάρος και των δικών μας μαθητών αφού οι δάσκαλοι και εκπαιδευτικοί μας αφιερώνουν μάταια τον σχολικό τους χρόνο προσπαθώντας να τους βοηθήσουν να μάθουν τουλάχιστον τα απαραίτητα. 

Είναι αντιληπτό ότι όχι μόνο δεν έχουμε το επιθυμητό θετικό αποτέλεσμα, αλλά όπως έχει διαφανεί, η πολιτική που εφαρμόζεται τελικά μόνο αρνητικά αποτελέσματα αποδίδει και συγκεκριμένα:-

Α. Τα παιδιά των μεταναστών νιώθουν απομονωμένα και περιθωριοποιημένα

Β. Η ακαδημαϊκή τους απόδοση είναι πιο χαμηλή των δυνατοτήτων τους, λόγω της μη κατανόησης της γλώσσας διδασκαλίας

Γ. Το εκπαιδευτικό προσωπικό δεν μπορεί να διδάξει στο επιθυμητό επίπεδο και σύμφωνα με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που τους δίνεται να καλύψουν, κυρίως σε τάξεις στις οποίες πέραν του 50% των μαθητών δεν κατανοούν τη διδασκαλία

Δ. Το ακαδημαϊκό επίπεδο μειώνεται εις βάρος των ντόπιων μαθητών, αλλά και του εκπαιδευτικού συστήματος γενικότερα

Ε. Δεν επιτυγχάνεται η κοινωνική ένταξη αλλά η κοινωνική απομόνωση αφού το αίσθημα αποτυχίας στη σχολική μονάδα είναι έντονο και  πολλές φορές αυτό εκφράστηκε με πράξεις αντιδραστικής και παραβατικής συμπεριφοράς εκ μέρους των μεταναστών μαθητών

Η πολιτική της ενισχυτικής διδασκαλίας των ελληνικών στα σχολεία μας, ο διαχωρισμός των σχολείων και η ένταξη όσων κριθεί αναγκαία στις λεγόμενες «Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας», δεν αποτελούν τη λύση στο πρόβλημα αυτό. Πιο ορθό θα ήταν αντί τα κονδύλια να διατίθενται για την ενισχυτική διδασκαλία, να δίνονταν για τη δημιουργία των «Τάξεων Υποδοχής», μια πολιτική που εφαρμόζεται από τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με θετικά αποτελέσματα.

Η πολυπολιτισμικότητα είναι πλέον αναμφισβήτητα ένα παγκόσμιο κοινωνικό φαινόμενο, μία παγκόσμια τάση που οφείλεται σε ποικίλους παράγοντες τους οποίους τα κράτη δεν μπορούν επαρκώς να ελέγξουν, να σταματήσουν ή να περιορίσουν. Είμαι αμετάκλητα της άποψης ότι η Κύπρος, βάση της έκτασης και του πληθυσμού της, μπορεί να φιλοξενήσει συγκεκριμένο αριθμό μεταναστών και βάση αυτού του αριθμού μπορεί να εφαρμόσει τέτοιες πολιτικές που να συντείνουν στην όσο πιο ομαλή εναρμόνιση, προσαρμογή και γνωριμία των μεταναστών σε σχέση με την γλώσσα, την θρησκεία, τα ήθη, έθιμα και παραδόσεις της χώρας που επέλεξαν. Η εξέταση από λειτουργούς του Υπουργείου Παιδείας για δημιουργία των τάξεων αυτών θα είναι προς όφελος της ίδιας της παιδείας και των μαθητών μας, ντόπιων και μεταναστών, θα καλλιεργηθεί ο απαραίτητος σεβασμός και σταδιακά θα επιφέρει μία υγιή συνύπαρξη και μία καλύτερη κοινωνία.